ἔμεσμα

From LSJ

Τὶ δὲ σὺ διά τὸν Θεὸν δύνασαι ἀρνηθῆναι; Οἷον δὲ μέτρον ἀγάπης τῶν ἀγαπώντων σε ἐστί; (Χρύσανθος Καταπόδης, Σχολὴ Ζωῆς) → ?

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἔμεσμα Medium diacritics: ἔμεσμα Low diacritics: έμεσμα Capitals: ΕΜΕΣΜΑ
Transliteration A: émesma Transliteration B: emesma Transliteration C: emesma Beta Code: e)/mesma

English (LSJ)

-ατος, τό, vomit, Id.Prog.13 (pl.).

Spanish (DGE)

-ματος, τό
medic. vómito, materia vomitada Hp.Morb.2.73, Int.6, Prog.13.

German (Pape)

[Seite 807] τό, das Ausgebrochene; auch = Vorigem, Hippocr.

Greek (Liddell-Scott)

ἔμεσμα: τό, ὅ,τι ἐξημέθη, «ξέρασμα», Ἱππ. Προγν. 41.

Greek Monolingual

το (Α ἔμεσμα)
το αποτέλεσμα του εμετού, το ξέρασμα.