φθατέω: Difference between revisions

From LSJ

νήπιοι, οἷς ταύτῃ κεῖται νόος, οὐδὲ ἴσασιν ὡς χρόνος ἔσθ᾿ ἥβης καὶ βιότου ὀλίγος θνητοῖς. ἀλλὰ σὺ ταῦτα μαθὼν βιότου ποτὶ τέρμα ψυχῇ τῶν ἀγαθῶν τλῆθι χαριζόμενος → fools, to think like that and not realise that mortals' time for youth and life is brief: you must take note of this, and since you are near the end of your life endure, indulging yourself with good things | Poor fools they to think so and not to know that the time of youth and life is but short for such as be mortal! Wherefore be thou wise in time, and fail not when the end is near to give thy soul freely of the best.

Source
(45)
m (LSJ1 replacement)
 
(4 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=fthateo
|Transliteration C=fthateo
|Beta Code=fqate/w
|Beta Code=fqate/w
|Definition=aor. subj. <b class="b3">φθατήσῃ</b>, glossed <b class="b3">φθάσῃ</b>, Hsch.; cf. [[καταφθατόομαι]] (or rather <b class="b3">-έομαι</b>); also ψᾰτᾶσθαι, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> = [[προκαταλαμβάνειν]], Id.; <b class="b3">ψατῆσαι</b>, = [[προειπεῖν]], Id.</span>
|Definition=aor. subj. [[φθατήσῃ]], glossed [[φθάσῃ]], [[Hesychius Lexicographus|Hsch.]]; cf. [[καταφθατόομαι]] (or rather -έομαι); also ψᾰτᾶσθαι, = [[προκαταλαμβάνειν]], Id.; [[ψατῆσαι]], = [[προειπεῖν]], Id.
}}
}}
{{ls
{{ls

Latest revision as of 09:14, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: φθᾰτέω Medium diacritics: φθατέω Low diacritics: φθατέω Capitals: ΦΘΑΤΕΩ
Transliteration A: phthatéō Transliteration B: phthateō Transliteration C: fthateo Beta Code: fqate/w

English (LSJ)

aor. subj. φθατήσῃ, glossed φθάσῃ, Hsch.; cf. καταφθατόομαι (or rather -έομαι); also ψᾰτᾶσθαι, = προκαταλαμβάνειν, Id.; ψατῆσαι, = προειπεῖν, Id.

Greek (Liddell-Scott)

φθατέω: ἴδε καταφθατέομαι.

Greek Monolingual

Α
(κατά τον Ησύχ.) «φθάνω».
[ΕΤΥΜΟΛ. Το ρ. φθατέω, που απαντά στον τ. που παραδίδει ο Ησύχ. φθατήσῃ
φθάσῃ και στη σύνθ. μτχ. κατα-φθατουμένη καθώς και οι τ. ψατᾶσθαι
προκαταλαμβάνειν και ψατῆσαι
προειπεῖν (για την εναλλαγή στο αρκτικό φθ/ψ βλ. λ. φθάνω) είναι επιτατικοί μεταρρηματικοί τ. σχηματισμένοι από το ρ. φθάνω με επίθημα -τάω / -τέω (πρβλ. σκιρ-τῶ: σκαίρω), πιθ. μέσω ενός αμάρτυρου ρηματ. επιθ. φθατός].