λυγδίνεος: Difference between revisions
From LSJ
Ὁ συκοφάντης ἐστὶν ἐν πόλει λύκος (τοῖς πέλας λύκος) → Calumniator, quemquem novit, huic lupus'st → Der Denunziant lebt in der Stadt gleichsam als Wolf (ist seinen Nachbarn wie ein Wolf)
(5) |
(3) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''λυγδίνεος:''' [ῐ], -α, -ον, = [[λύγδινος]], σε Ανθ. | |lsmtext='''λυγδίνεος:''' [ῐ], -α, -ον, = [[λύγδινος]], σε Ανθ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''λυγδίνεος:''' (ῐ) Anth. = [[λύγδινος]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 23:48, 31 December 2018
English (LSJ)
[ῐ], α, ον, = sq. 2,
A δειρή AP5.47 (Rufin.).
Greek (Liddell-Scott)
λυγδίνεος: [ῐ], -α, -ον, = λύγδινος, Ἀνθ. Π. 5. 48.
Greek Monolingual
λιγδίνεος, -α, -ον, θηλ. και -η (Α) λύγδινος
(για το σώμα) λύγδινος, λείος, στιλπνός, χυτός σαν μάρμαρο.
Greek Monotonic
λυγδίνεος: [ῐ], -α, -ον, = λύγδινος, σε Ανθ.
Russian (Dvoretsky)
λυγδίνεος: (ῐ) Anth. = λύγδινος.