μοιροειμαρμένη
From LSJ
ὁ νόμος βούλεται μὲν εὑεργετεῖν βίον ἀνθρώπων (Democritus) → Law is meant to benefit human life
Greek Monolingual
μοιροειμαρμένη, ἡ (Μ)
η μοίρα, το πεπρωμένο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μοῖρα + εἱμαρμένη «πεπρωμένο», είδος σημασιολογικού επαναληπτικού συνθέτου].