νομεισφορά

From LSJ

Κέρδος πονηρὸν μηδέποτε βούλου λαβεῖν → Ex non honesto lucra sectari cave → Hab nie den Wunsch, unredlichen Gewinn zu ziehn

Menander, Monostichoi, 288
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: νομεισφορά Medium diacritics: νομεισφορά Low diacritics: νομεισφορά Capitals: ΝΟΜΕΙΣΦΟΡΑ
Transliteration A: nomeisphorá Transliteration B: nomeisphora Transliteration C: nomeisfora Beta Code: nomeisfora/

English (LSJ)

ἡ, proposal of a law, Tz.H.11.129.

Greek (Liddell-Scott)

νομεισφορά: ἡ, εἰσφορά, εἰσήγησις νόμου, Τζέτζ. Ἱστ. 41, 129.

Greek Monolingual

νομεισφορά, ἡ (Μ)
εισήγηση νόμου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < νόμος + εισφέρω].