φανφαρόνος

From LSJ

Ούτως είη ημίν ο Θεός βοηθός και το Ιερόν Αυτού Ευαγγέλιον → So help us God and His holy Gospel

Source

Greek Monolingual

και φαμφαρόνος, ο, θηλ. φανφαρόνα, Ν
κομπαστής και φλύαρος, αλαζόνας, καυχησιάρης και φαφλατάς, λογάς.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. fanfarone < ισπ. fanfarron].