χώρημα: Difference between revisions

47c
(6_21)
(47c)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''χώρημα''': τό, [[τόπος]], [[χῶρος]], [[διάστημα]], Γεωπον. 4. 1, 16· [[μάλιστα]], [[θήκη]] χωροῦσά τι, [[μετὰ]] γεν., χώρημά ἐστι (τὸ [[χόριον]]) τοῦ ἐμβρύου Γαλην. τ. 19, 454, 17.
|lstext='''χώρημα''': τό, [[τόπος]], [[χῶρος]], [[διάστημα]], Γεωπον. 4. 1, 16· [[μάλιστα]], [[θήκη]] χωροῦσά τι, [[μετὰ]] γεν., χώρημά ἐστι (τὸ [[χόριον]]) τοῦ ἐμβρύου Γαλην. τ. 19, 454, 17.
}}
{{grml
|mltxt=-ήματος, τὸ, ΜΑ [[χωρῶ]]<br />(κυριολ. και μτφ.) ο [[χώρος]], ο [[τόπος]], το [[μέρος]] στο οποίο περιέχεται [[κάτι]] (α. «[[ἔλυτρον]] τὸ ὑγρῶν [[χώρημα]]», Αμμων.<br />β. «[[χώρημα]] τοῡ πονηροῡ δαίμονος ἡ [[ψυχή]]», Πορφ.)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[κοιλότητα]]<br /><b>2.</b> ο [[υμένας]] που περιβάλλει το [[έμβρυο]] στη [[μήτρα]] («χώρημά ἐστι [τὸ [[χόριον]]] τοῡ ἐμβρύου», <b>Γαλ.</b>).
}}
}}