εὐηνορία: Difference between revisions

15
(6_9)
(15)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''εὐηνορία''': ἡ, ([[εὐήνωρ]]) ἡ τοῦ ἀνδρὸς ἀρετή, [[ἀνδρεία]], [[γενναιότης]], Εὐρ. Ἡρ. Μαιν. 407· [[οὕτως]] ὁ Πίνδ. ἐν Ο. 5. 21, ἐν τῷ πληθ.
|lstext='''εὐηνορία''': ἡ, ([[εὐήνωρ]]) ἡ τοῦ ἀνδρὸς ἀρετή, [[ἀνδρεία]], [[γενναιότης]], Εὐρ. Ἡρ. Μαιν. 407· [[οὕτως]] ὁ Πίνδ. ἐν Ο. 5. 21, ἐν τῷ πληθ.
}}
{{grml
|mltxt=[[εὐηνορία]], δωρ. τ. [[εὐανορία]], ἡ (Α) [[ευήνωρ]]<br />η [[ανδρεία]], η [[γενναιότητα]].
}}
}}