καταράκτης: Difference between revisions
From LSJ
Ὀργῆς χάριν τὰ κρυπτὰ μὴ ἐκφάνῃς φίλου → Arcana amici ne per iram prodito → Geheimnisse des Freunds verrate nicht im Zorn
(6_23) |
(19) |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''κατᾰράκτης''': κατᾰρακτικός, κατᾰρακτικῶς, ἴδε [[καταρράκτης]], καταρρακτικός, [[καταρρακτικῶς]]. | |lstext='''κατᾰράκτης''': κατᾰρακτικός, κατᾰρακτικῶς, ἴδε [[καταρράκτης]], καταρρακτικός, [[καταρρακτικῶς]]. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[καταράκτης]], ὁ (Α)<br /><b>βλ.</b> [[καταρράκτης]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 06:38, 29 September 2017
Greek (Liddell-Scott)
κατᾰράκτης: κατᾰρακτικός, κατᾰρακτικῶς, ἴδε καταρράκτης, καταρρακτικός, καταρρακτικῶς.
Greek Monolingual
καταράκτης, ὁ (Α)
βλ. καταρράκτης.