3,274,789
edits
(6_15) |
(21) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''κόμης''': ὁ, τὸ Λατ. comes, ὡς καὶ νῦν, «κόντες», κ. πρώτου βαθμοῦ Συλλ. Ἐπιγρ. 4361, κ. ἀλλ.· γεν. κόμητος, [[αὐτόθι]] 372, κ. ἀλλ. | |lstext='''κόμης''': ὁ, τὸ Λατ. comes, ὡς καὶ νῦν, «κόντες», κ. πρώτου βαθμοῦ Συλλ. Ἐπιγρ. 4361, κ. ἀλλ.· γεν. κόμητος, [[αὐτόθι]] 372, κ. ἀλλ. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=ο, θηλ. [[κόμησσα]] (AM [[κόμης]], Μ και [[κόμις]], -ιτος, θηλ. [[κόμησσα]] και [[κόμισσα]] και [[κομίτισσα]])<br /><b>νεοελλ.-μσν.</b><br />[[τίτλος]] ευγενείας [[μετά]] τον μαρκήσιο ή τον δούκα<br /><b>μσν.</b><br />[[αρχηγός]] στόλου<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br />[[τίτλος]] αξιωματούχων της ρωμαϊκής αυλής.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> λατ. <i>comes</i> «[[οπαδός]]»]. | |||
}} | }} |