λιμενίσκος: Difference between revisions

23
(6_15)
(23)
 
Line 4: Line 4:
{{ls
{{ls
|lstext='''λῐμενίσκος''': ὁ, ὑποκορ. τοῦ [[λιμήν]], Γλωσσ.· [[ὡσαύτως]] -ίσκιον, τό, Συνέσ. 167F.
|lstext='''λῐμενίσκος''': ὁ, ὑποκορ. τοῦ [[λιμήν]], Γλωσσ.· [[ὡσαύτως]] -ίσκιον, τό, Συνέσ. 167F.
}}
{{grml
|mltxt=ο (Μ [[λιμενίσκος]]) [[λιμήν]]<br />μικρό [[λιμάνι]], [[λιμανάκι]].
}}
}}