δέσποσμα: Difference between revisions

From LSJ

Λάλει τὰ μέτρια, μὴ λάλει δ', ἃ μή σε δεῖModestus sermo, et qualis deceat, sit tuus → Sprich maßvoll, spricht nicht aus, was unanständig ist

Menander, Monostichoi, 328
(big3_10)
(9)
Line 18: Line 18:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ματος, τό<br />[[gesto de autoridad]] κατ' οἰκείων ... δεσπόσμασι μοιρῶν por imposiciones del destino propio</i> Man.4.38.
|dgtxt=-ματος, τό<br />[[gesto de autoridad]] κατ' οἰκείων ... δεσπόσμασι μοιρῶν por imposiciones del destino propio</i> Man.4.38.
}}
{{grml
|mltxt=[[δέσποσμα]] (-ατος), το (Α) [[δεσπόζω]]<br />η δεσποτική [[αρχή]], η [[θέληση]] του κυρίου.
}}
}}

Revision as of 07:03, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: δέσποσμα Medium diacritics: δέσποσμα Low diacritics: δέσποσμα Capitals: ΔΕΣΠΟΣΜΑ
Transliteration A: désposma Transliteration B: desposma Transliteration C: desposma Beta Code: de/sposma

English (LSJ)

ατος, τό,

   A act of authority: pl., δ. Μοιρῶν decrees of fate, Man.4.38.

German (Pape)

[Seite 551] τό, Herrschaft, Maneth. 4, 38.

Greek (Liddell-Scott)

δέσποσμα: τό, δεσποτικὴ θέλησις, δεσποτικὴ ἀρχή, Μανέθ. 4. 38.

Spanish (DGE)

-ματος, τό
gesto de autoridad κατ' οἰκείων ... δεσπόσμασι μοιρῶν por imposiciones del destino propio Man.4.38.

Greek Monolingual

δέσποσμα (-ατος), το (Α) δεσπόζω
η δεσποτική αρχή, η θέληση του κυρίου.