ἐπίσαρκος: Difference between revisions

13
(6_17)
(13)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐπίσαρκος''': -ον, κεκαλυμμένος ὑπὸ σαρκός, [[ὀστέον]] Ἱππ. π. Ἀγμ. 764.
|lstext='''ἐπίσαρκος''': -ον, κεκαλυμμένος ὑπὸ σαρκός, [[ὀστέον]] Ἱππ. π. Ἀγμ. 764.
}}
{{grml
|mltxt=[[ἐπίσαρκος]], -ον (Α) [[σαρξ</i>, -<i>ρκός]]<br />ο καλυμμένος από [[σάρκα]] («ἐπίσαρκον [[ὀστέον]]», Ιπποκρ.).
}}
}}