καρποφόρημα: Difference between revisions

19
(6_22)
(19)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''καρποφόρημα''': τό, τὸ καρποφορηθέν, ὁ παραχθεὶς καρπός, Εὐστ. 1572. 33.
|lstext='''καρποφόρημα''': τό, τὸ καρποφορηθέν, ὁ παραχθεὶς καρπός, Εὐστ. 1572. 33.
}}
{{grml
|mltxt=[[καρποφόρημα]], τὸ (Μ)<br />[[καρποφορώ]]<br />ο [[καρπός]], το [[σύνολο]] τών καρπών που έχουν παραχθεί.
}}
}}