κατασκοπεύω: Difference between revisions

19
(6_22)
(19)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''κατασκοπεύω''': τῷ ἑπομ., Ἑβδ. (Ἔξοδ. Β´, 4, ἀλλ.).
|lstext='''κατασκοπεύω''': τῷ ἑπομ., Ἑβδ. (Ἔξοδ. Β´, 4, ἀλλ.).
}}
{{grml
|mltxt=(AM [[κατασκοπεύω]]) [[κατάσκοπος]]<br />[[παρατηρώ]], [[ερευνώ]] [[κάτι]] με [[προσοχή]] [[χωρίς]] να γίνω [[αντιληπτός]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[διενεργώ]] [[κατασκοπεία]], [[παρακολουθώ]] [[κρυφά]] και με [[προσοχή]] και [[συλλέγω]] πληροφορίες για [[μυστικά]] στοιχεία και ιδιαίτερα για κρατικά [[μυστικά]] και τά [[διαβιβάζω]] σε εκείνον που μού έχει αναθέσει την [[αποστολή]] αυτή.
}}
}}