κολοσσός: Difference between revisions

21
(Bailly1_3)
(21)
Line 18: Line 18:
{{bailly
{{bailly
|btext=οῦ (ὁ) :<br />colosse, statue de dimensions énormes.<br />'''Étymologie:''' DELG emprunt médit. certain.
|btext=οῦ (ὁ) :<br />colosse, statue de dimensions énormes.<br />'''Étymologie:''' DELG emprunt médit. certain.
}}
{{grml
|mltxt=ο (AM [[κολοσσός]], Α και κολοττός, ό, και [[κολοσσός]], ή)<br />[[ανδριάντας]] υπερφυσικού μεγέθους, γιγάντιο [[άγαλμα]] (α. «ο Κολοσσός της Ρόδου» β. «τὸν κολοσσὸν τοῡ Ἡρακλέους μετακομίσας ἐκ Τάραντος ἔστησεν ἐν Καπιτωλίῳ», <b>Πλούτ.</b>)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> [[υπερμεγέθης]], [[πελώριος]] («αυτός ο [[άνθρωπος]] [[είναι]] [[κολοσσός]]»)<br /><b>2.</b> αυτός που έχει μία [[ιδιότητα]] σε υπέρτατο βαθμό («[[είναι]] [[κολοσσός]] εντιμότητας»).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αβέβαιης ετυμολ. Είναι [[μάλλον]] μεσογειακό [[δάνειο]]<br />στη [[διατύπωση]] της υπόθεσης αυτής συντελεί η [[εμφάνιση]] του επιθήματος -<i>σσός</i>. Συνδέεται με τα τοπωνύμια <i>Κολοσσαί</i>, <i>Κολοφών</i>].
}}
}}