παναπηρής: Difference between revisions

30
(6_7)
(30)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''πᾰνᾰπηρής''': -ές, [[ὅλως]] ἄβλαπτος, [[ὁλόκληρος]], μὴ πεπηρωμένος, [[ἀκέραιος]], Καλλ. εἰς Δήμ. 125.
|lstext='''πᾰνᾰπηρής''': -ές, [[ὅλως]] ἄβλαπτος, [[ὁλόκληρος]], μὴ πεπηρωμένος, [[ἀκέραιος]], Καλλ. εἰς Δήμ. 125.
}}
{{grml
|mltxt=[[παναπηρής]], -ές (Α)<br />(<b>ποιητ. τ.</b>) αυτός που δεν υπέστη κανέναν ακρωτηριασμό, καθ' όλα [[ακέραιος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>παν</i>- <span style="color: red;">+</span> [[ἀπηρής]] «[[αρτιμελής]]»].
}}
}}