περίδακρυς: Difference between revisions

32
(6_22)
(32)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''περίδακρυς''': υ, ὁ ἐπὶ πολὺ κλαίων, [[πλήρης]] δακρύων Σχόλ. εἰς Εὐρ. Φοιν. 330, Ἐκκλ.
|lstext='''περίδακρυς''': υ, ὁ ἐπὶ πολὺ κλαίων, [[πλήρης]] δακρύων Σχόλ. εἰς Εὐρ. Φοιν. 330, Ἐκκλ.
}}
{{grml
|mltxt=-υ, ΝΑ<br />[[γεμάτος]] δάκρυα, αυτός που κλαίει [[πάρα]] πολύ και χύνει [[πικρά]] δάκρυα, [[δακρύβρεκτος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>περι</i>- <span style="color: red;">+</span> [[δάκρυ]]].
}}
}}