πλημμέλημα: Difference between revisions

33
(Bailly1_4)
(33)
Line 18: Line 18:
{{bailly
{{bailly
|btext=ατος (τό) :<br /><b>1</b> faute, offense;<br /><b>2</b> gain illégitime.<br />'''Étymologie:''' [[πλημμελέω]].
|btext=ατος (τό) :<br /><b>1</b> faute, offense;<br /><b>2</b> gain illégitime.<br />'''Étymologie:''' [[πλημμελέω]].
}}
{{grml
|mltxt=το, ΝΜΑ [[πλημμελώ]]<br />[[παράπτωμα]], [[σφάλμα]] («τὰ εἰς τοὺς θεοὺς αὐτοῡ πλημμελήματα», Αισχίν.)<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[κάθε]] [[αδίκημα]] που επισύρει [[ποινή]] φυλάκισης 10 ημέρες έως 9 [[χρόνια]] ή [[ποινή]] χρηματική από 2.000 έως 1.000.000 δρχ., ή περιορισμό, άπ' αόριστον [[συνήθως]], σε σωφρονιστικό [[κατάστημα]], προκειμένου για εφήβους.
}}
}}