πόππυσμα: Difference between revisions

33
(6_20)
(33)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''πόππυσμα''': ποππυσμός, ἴδε [[ποππύζω]].
|lstext='''πόππυσμα''': ποππυσμός, ἴδε [[ποππύζω]].
}}
{{grml
|mltxt=τὸ, ΜΑ [[ποππύζω]]<br /><b>μσν.</b><br />[[συριγμός]] που γίνεται με μισόκλειστα χείλη<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[κολάκευμα]], [[θωπεία]]<br /><b>2.</b> ηχηρό [[φίλημα]] με [[συμπίεση]] τών χειλιών.
}}
}}