ρινίο: Difference between revisions

From LSJ

εἰρήνη ἡ ὑπερέχουσα πάντα νοῦν → peace that surpasses all understanding

Source
(36)
(No difference)

Revision as of 12:26, 29 September 2017

Greek Monolingual

το / ῥινίον, ΝΑ [[ῥίς, ῥινός]]
νεοελλ.
το ρινικό σημείο
αρχ.
1. μυτούλα
2. πληθ. τὰ ῥινία
τα ρουθούνια.