Σαμαρεύς: Difference between revisions
From LSJ
ἑρμηνεία διὰ τῆς ὀνομασίας → expression by means of language
(36) |
(No difference)
|
Revision as of 12:27, 29 September 2017
Greek Monolingual
-έως, ὁ, ΜΑ
Σαμαρείτης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < Σαμάρεια + κατάλ. -εύς (πρβλ. Χαλκιδ-εύς)].