υψηλοκάρδιος: Difference between revisions

From LSJ

ἰσότης φιλότητα ἀπεργάζεται → equality leads to friendship

Source
(44)
(No difference)

Revision as of 12:52, 29 September 2017

Greek Monolingual

-ον, Α
υπεροπτικός, αλαζόνας.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑψηλός + -κάρδιος (< καρδία), πρβλ. μεγαλο-κάρδιος].