τιθασός: Difference between revisions

2,036 bytes added ,  29 September 2017
41
(Bailly1_5)
(41)
Line 7: Line 7:
{{bailly
{{bailly
|btext=ός, όν :<br /><b>1</b> apprivoisé ; <i>en parl. d’une plante</i> cultivé ; <i>en parl. d’un homme</i> civilisé, poli ; doux, traitable : τιθασόν τινα ἑαυτῷ ποιεῖν LUC gagner <i>ou</i> se concilier qqn;<br /><b>2</b> du pays, domestique.<br />'''Étymologie:''' DELG apparenté à [[τιθήνη]], avec le sens de « animal qui vient vous manger dans la main ».
|btext=ός, όν :<br /><b>1</b> apprivoisé ; <i>en parl. d’une plante</i> cultivé ; <i>en parl. d’un homme</i> civilisé, poli ; doux, traitable : τιθασόν τινα ἑαυτῷ ποιεῖν LUC gagner <i>ou</i> se concilier qqn;<br /><b>2</b> du pays, domestique.<br />'''Étymologie:''' DELG apparenté à [[τιθήνη]], avec le sens de « animal qui vient vous manger dans la main ».
}}
{{grml
|mltxt=-όν, Α<br /><b>1.</b> ([[ιδίως]] για άγρια ζώα) εξημερωμένος και [[κατοικίδιος]]<br /><b>2.</b> (για φυτά) αυτός που με την κηπουρική [[τέχνη]] έγινε [[ήμερος]] και [[κηπαίος]]<br /><b>3.</b> (<b>για πρόσ.</b>) [[ευάγωγος]], [[ευπειθής]]<br /><b>4.</b> <b>μτφ.</b> [[εγχώριος]], [[ντόπιος]] («[[ὅταν]] [[Ἄρης]] τιθασὸς ὤν φίλον ἕλῃ», <b>Αισχύλ.</b>). <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>τιθασῶς</i> Α<br /><b>1.</b> με ήμερο, με πράο τρόπο<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «τιθασῶς ἔχω πρὸς τινα» — φέρομαι με ήμερο, με πράο τρόπο σε κάποιον.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Το επίθ. <i>τι</i>-<i>θα</i>-<i>σός</i>, σχηματισμένο με εκφραστικό διπλασιασμό <i>τι</i>- (<b>πρβλ.</b> <i>τι</i>-<i>θήνη</i>) και [[επίθημα]] -<i>σός</i>, που απαντά σε λ. της καθημερινής γλώσσας (<b>πρβλ.</b> <i>βλαι</i>-<i>σός</i>, <i>ῥυ</i>-<i>σός</i>), συνδέεται πιθ. με το θ. <i>θη</i>- του [[θῆσθαι]] με σημ. «θηλάζειν» (<b>βλ. λ.</b> [[θήσαι]] και [[τιθήνη]]). Το επίθ. [[τιθασός]], [[ωστόσο]], δεν έχει τη σημ. του μικρού ζώου που θηλάζει [[αλλά]] τη σημ. [[κάθε]] ζώου που [[είναι]] εξημερωμένο σε τέτοιο βαθμό, ώστε να τρέφεται από το [[χέρι]] του ανθρώπου. Σ' αυτό διαφέρει [[άλλωστε]] και η σημ. του επιθ. [[τιθασός]] από τη σημ. του συνωνύμου του [[ἥμερος]], που [[είναι]] γενικότερη (<b>βλ. λ.</b> [[ήμερος]])].
}}
}}