3,270,498
edits
(3) |
(2) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[ἀμφαγείρομαι]] (Α)<br />συναθροίζομαι [[γύρω]] από κάποιον.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ἀμφ</i>(<i>ι</i>)- <span style="color: red;">+</span> αρχ. <i>ἀγείρομαι</i>. Οι τ. <i>ἠγερέθονται</i>, <i>ἠγερόθοντο</i> πλάστηκαν στην επική [[γλώσσα]] με [[παρεμβολή]] του σχηματιστικού επιθήματος -<i>θ</i>- και [[γενίκευση]] του <i>η</i> για μετρικούς λόγους]. | |mltxt=[[ἀμφαγείρομαι]] (Α)<br />συναθροίζομαι [[γύρω]] από κάποιον.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ἀμφ</i>(<i>ι</i>)- <span style="color: red;">+</span> αρχ. <i>ἀγείρομαι</i>. Οι τ. <i>ἠγερέθονται</i>, <i>ἠγερόθοντο</i> πλάστηκαν στην επική [[γλώσσα]] με [[παρεμβολή]] του σχηματιστικού επιθήματος -<i>θ</i>- και [[γενίκευση]] του <i>η</i> για μετρικούς λόγους]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''ἀμφαγείρομαι:''' Μέσ., συγκεντρώνομαι [[ολόγυρα]], <i>θεαὶ δέ μιν ἀμφαγέροντο</i> (αόρ. βʹ), σε Ομήρ. Ιλ.· απ' όπου ο ενεστ. <i>ἀμφαγέρομαι</i>, σε Θεόκρ. | |||
}} | }} |