ἀναδιδάσκω: Difference between revisions

2
(3)
(2)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=(Α [[ἀναδιδάσκω]])<br />[[διδάσκω]] εκ νέου, με διαφορετικό ή καλύτερο τρόπο<br /><b>αρχ.-μσν.</b><br />[[διδάσκω]], [[καθοδηγώ]], [[πληροφορώ]]<br /><b>αρχ.</b><br />Ι. <b>ενεργ.</b><br /><b>1.</b> [[ερμηνεύω]], [[εξηγώ]]<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «[[ἀναδιδάσκω]] [[δράμα]]», το [[παρουσιάζω]] εκ νέου στη [[σκηνή]]<br />ΙΙ. <b>παθ.</b><br /><b>1.</b> διδάσκομαι, πληροφορούμαι καλύτερα [[κάτι]]<br /><b>2.</b> μεταπείθομαι.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ανα</i>- <span style="color: red;">+</span> [[διδάσκω]].
|mltxt=(Α [[ἀναδιδάσκω]])<br />[[διδάσκω]] εκ νέου, με διαφορετικό ή καλύτερο τρόπο<br /><b>αρχ.-μσν.</b><br />[[διδάσκω]], [[καθοδηγώ]], [[πληροφορώ]]<br /><b>αρχ.</b><br />Ι. <b>ενεργ.</b><br /><b>1.</b> [[ερμηνεύω]], [[εξηγώ]]<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «[[ἀναδιδάσκω]] [[δράμα]]», το [[παρουσιάζω]] εκ νέου στη [[σκηνή]]<br />ΙΙ. <b>παθ.</b><br /><b>1.</b> διδάσκομαι, πληροφορούμαι καλύτερα [[κάτι]]<br /><b>2.</b> μεταπείθομαι.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ανα</i>- <span style="color: red;">+</span> [[διδάσκω]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἀναδῐδάσκω:''' μέλ. -[[διδάξω]],<br /><b class="num">I.</b> [[διδάσκω]] με διαφορετικό τρόπο ή καλύτερα, Λατ. dedocore, σε Ηρόδ. — Παθ., διδάσκομαι καλύτερα, [[αλλάζω]] τη [[γνώμη]] μου, στον ίδ.<br /><b class="num">II.</b> [[καθιστώ]] πασιφανές, σε Θουκ.· [[ερμηνεύω]], [[εξηγώ]], <i>[[λόγια]] ἀν. τινά</i>, τα [[εξηγώ]], τα [[ερμηνεύω]] σε κάποιον, σε Αριστοφ.
}}
}}