3,270,629
edits
(6) |
(3) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-η, -ο (AM [[ἀπροσπέλαστος]], -ον) [[προσπελάζω]]<br />(κ. μτφ.) αυτός που δεν μπορεί [[κανείς]] να τον πλησιάσει, [[απρόσιτος]]. | |mltxt=-η, -ο (AM [[ἀπροσπέλαστος]], -ον) [[προσπελάζω]]<br />(κ. μτφ.) αυτός που δεν μπορεί [[κανείς]] να τον πλησιάσει, [[απρόσιτος]]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''ἀπροσπέλαστος:''' -ον ([[προσπελάζω]]), [[απρόσιτος]], [[απλησίαστος]], σε Στράβ., Πλούτ. | |||
}} | }} |