τρίδραχμος: Difference between revisions

6
(41)
(6)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=-η, -ο / [[τρίδραχμος]], -ον, ΝΑ<br /><b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>το τρίδραχμο</i>(<i>ν</i>)<br />[[νόμισμα]] τριών δραχμών<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που έχει [[βάρος]] ή [[αξία]] τριών δραχμών<br /><b>2.</b> <b>το θηλ. ως ουσ.</b> <i>ἡ [[τρίδραχμος]]<br />[[φόρος]] τριών δραχμών.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>τρι</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>δραχμος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[δραχμή]]), <b>πρβλ.</b> <i>ὀκτά</i>-<i>δραχμος</i>].
|mltxt=-η, -ο / [[τρίδραχμος]], -ον, ΝΑ<br /><b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>το τρίδραχμο</i>(<i>ν</i>)<br />[[νόμισμα]] τριών δραχμών<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που έχει [[βάρος]] ή [[αξία]] τριών δραχμών<br /><b>2.</b> <b>το θηλ. ως ουσ.</b> <i>ἡ [[τρίδραχμος]]<br />[[φόρος]] τριών δραχμών.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>τρι</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>δραχμος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[δραχμή]]), <b>πρβλ.</b> <i>ὀκτά</i>-<i>δραχμος</i>].
}}
{{lsm
|lsmtext='''τρίδραχμος:''' -ον, αυτός που έχει αξία ή [[βάρος]] τριων δραχμών, σε Αριστοφ.
}}
}}