μελετητέον: Difference between revisions

From LSJ

θεὸς δ' ἁμαρτάνουσιν οὐ παρίσταται → God doesn't stand by those who do wrong → A peccatore sese numen segregat → Ein Gott steht denen, die da freveln, niemals bei

Menander, Monostichoi, 252
(6_20)
 
(5)
 
Line 1: Line 1:
{{ls
{{ls
|lstext='''μελετητέον''': ῥηματ. ἐπίθετ. τοῦ [[μελετάω]], δεῖ μελετᾶν, Ἱππ. π. Διαίτ. Ὀξ. 384, Πλάτ. Γοργ. 527Β.
|lstext='''μελετητέον''': ῥηματ. ἐπίθετ. τοῦ [[μελετάω]], δεῖ μελετᾶν, Ἱππ. π. Διαίτ. Ὀξ. 384, Πλάτ. Γοργ. 527Β.
}}
{{lsm
|lsmtext='''μελετητέον:''' ρημ. επίθ. του [[μελετάω]], [[κάτι]] που πρέπει να μελετηθεί, σε Πλάτ.
}}
}}

Latest revision as of 20:04, 30 December 2018

Greek (Liddell-Scott)

μελετητέον: ῥηματ. ἐπίθετ. τοῦ μελετάω, δεῖ μελετᾶν, Ἱππ. π. Διαίτ. Ὀξ. 384, Πλάτ. Γοργ. 527Β.

Greek Monotonic

μελετητέον: ρημ. επίθ. του μελετάω, κάτι που πρέπει να μελετηθεί, σε Πλάτ.