ἔβενος: Difference between revisions

4
mNo edit summary
(4)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=η και ο (AM [[ἔβενος]])<br /><b>1.</b> το [[δέντρο]] [[έβενος]] της οικογένειας τών εβενιδών<br /><b>2.</b> το [[ξύλο]] του εβένου<br /><b>3.</b> διάφορα είδη ξύλων που μοιάζουν με τον έβενο και χρησιμοποιούνται στην [[επιπλοποιία]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> αιγυπτ. <i>hbnj</i>, λ. πιθ. νουβικής προέλευσης, με αρχικό δασύ φθόγγο που απαντά και στο εβρ. <i>hobnῑm</i>, ενώ αντίστοιχοι τ. άλλων γλωσσών δεν εμφανίζουν [[δασύτητα]]. Μέσω της Ελληνικής η λ. εισήλθε και στην Αραβοπερσική (<b>[[πρβλ]].</b> <i>abn</i><i>ū</i><i>s</i>) και στη Λατινική (<b>[[πρβλ]].</b> [[ebenus]]), απ' όπου και σε άλλες ευρωπαϊκές γλώσσες (<b>[[πρβλ]].</b> αρχ. άνω γερμ. [[ebenus]], αγγλ. [[ebony]])].
|mltxt=η και ο (AM [[ἔβενος]])<br /><b>1.</b> το [[δέντρο]] [[έβενος]] της οικογένειας τών εβενιδών<br /><b>2.</b> το [[ξύλο]] του εβένου<br /><b>3.</b> διάφορα είδη ξύλων που μοιάζουν με τον έβενο και χρησιμοποιούνται στην [[επιπλοποιία]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> αιγυπτ. <i>hbnj</i>, λ. πιθ. νουβικής προέλευσης, με αρχικό δασύ φθόγγο που απαντά και στο εβρ. <i>hobnῑm</i>, ενώ αντίστοιχοι τ. άλλων γλωσσών δεν εμφανίζουν [[δασύτητα]]. Μέσω της Ελληνικής η λ. εισήλθε και στην Αραβοπερσική (<b>[[πρβλ]].</b> <i>abn</i><i>ū</i><i>s</i>) και στη Λατινική (<b>[[πρβλ]].</b> [[ebenus]]), απ' όπου και σε άλλες ευρωπαϊκές γλώσσες (<b>[[πρβλ]].</b> αρχ. άνω γερμ. [[ebenus]], αγγλ. [[ebony]])].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἔβενος:''' ἡ, το δέντρο [[έβενος]], το [[ξύλο]] του έβενου, σε Ηρόδ., Θεόκρ.
}}
}}