ἀρτίζω: Difference between revisions

3
(6)
(3)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἀρτίζω]] (Α)<br />[[παρασκευάζω]], [[ετοιμάζω]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[άρτι]], αν δεν πρόκειται για παράλληλο μορφολογικό σχηματισμό του [[αρτέομαι]] «ετοιμάζομαι» (<b>[[πρβλ]].</b> [[κομίζω]]-[[κομώ]], [[αιτίζω]]-[[αιτώ]])].
|mltxt=[[ἀρτίζω]] (Α)<br />[[παρασκευάζω]], [[ετοιμάζω]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[άρτι]], αν δεν πρόκειται για παράλληλο μορφολογικό σχηματισμό του [[αρτέομαι]] «ετοιμάζομαι» (<b>[[πρβλ]].</b> [[κομίζω]]-[[κομώ]], [[αιτίζω]]-[[αιτώ]])].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἀρτίζω:''' μέλ. <i>-ίσω</i> (<i>*ἄρω</i>), [[ετοιμάζω]], [[προετοιμάζω]], σε Ανθ.· ομοίως, σε Μέσ., σε Θεόκρ.
}}
}}