3,277,649
edits
(45) |
(6) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-ον, Α<br />αυτός που του αρέσει να λοιδορεί. <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br />[[φιλολοιδόρως]] Α<br />με υβριστικό τρόπο, με βρισιές.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>φιλ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> [[λοίδορος]] «[[υβριστικός]], [[χλευαστικός]]»]. | |mltxt=-ον, Α<br />αυτός που του αρέσει να λοιδορεί. <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br />[[φιλολοιδόρως]] Α<br />με υβριστικό τρόπο, με βρισιές.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>φιλ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> [[λοίδορος]] «[[υβριστικός]], [[χλευαστικός]]»]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''φῐλολοίδορος:''' -ον, αυτός που αγαπά να διασύρει, [[υβριστικός]], σε Δημ. | |||
}} | }} |