δίωγμα: Difference between revisions

4
(9)
(4)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=το (AM διωγμό, Μ και [[διώγμα]]) [[διώκω]]<br /><b>1.</b> [[καταδίωξη]], [[κυνήγημα]]<br /><b>2.</b> το [[αντικείμενο]] της καταδιώξεως, το [[θήραμα]]<br /><b>μσν.- νεοελλ.</b><br />(για πρόσωπα) [[εκδίωξη]], [[αποπομπή]]<br /><b>μσν.</b><br />[[αλλαγή]] σελήνης<br /><b>αρχ.</b><br />μυστική [[τελετή]] στη [[διάρκεια]] τών Θεσμοφορίων από την οποία έδιωχναν τους άντρες.
|mltxt=το (AM διωγμό, Μ και [[διώγμα]]) [[διώκω]]<br /><b>1.</b> [[καταδίωξη]], [[κυνήγημα]]<br /><b>2.</b> το [[αντικείμενο]] της καταδιώξεως, το [[θήραμα]]<br /><b>μσν.- νεοελλ.</b><br />(για πρόσωπα) [[εκδίωξη]], [[αποπομπή]]<br /><b>μσν.</b><br />[[αλλαγή]] σελήνης<br /><b>αρχ.</b><br />μυστική [[τελετή]] στη [[διάρκεια]] τών Θεσμοφορίων από την οποία έδιωχναν τους άντρες.
}}
{{lsm
|lsmtext='''δίωγμα:''' -ατος, τό ([[διώκω]]),·<br /><b class="num">I.</b> [[καταδίωξη]], [[κυνηγητό]], σε Αισχύλ., Ευρ.<br /><b class="num">II.</b> αυτό που καταδιώκεται, «[[θήραμα]]», σε Ξεν.
}}
}}