βαρυόργητος: Difference between revisions

3
(big3_8)
(3)
Line 18: Line 18:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=(βᾰρῠόργητος) -ον [[que se irrita gravemente]] Πιερίδες <i>AP</i> 5.107 (Phld.).
|dgtxt=(βᾰρῠόργητος) -ον [[que se irrita gravemente]] Πιερίδες <i>AP</i> 5.107 (Phld.).
}}
{{lsm
|lsmtext='''βᾰρῠόργητος:''' -ον ([[ὀργάω]]), υπερβολικά θυμωμένος, σε Ανθ.
}}
}}