ἀφανής: Difference between revisions

1,940 bytes added ,  30 December 2018
3
(7)
(3)
Line 33: Line 33:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ές (AM [[ἀφανής]], -ές)<br /><b>1.</b> αυτός που δεν [[είναι]] [[ορατός]], που δεν φαίνεται, ο [[αθέατος]]<br /><b>2.</b> [[άσημος]], μη [[ένδοξος]], μη φημισμένος<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> (για στρατιώτες) αυτός του οποίου το [[πτώμα]] δεν βρέθηκε [[μετά]] τη [[μάχη]]<br /><b>2.</b> [[αόρατος]], κρυμμένος, [[ακατάληπτος]], [[μυστικός]]<br /><b>3.</b> [[άγνωστος]], [[αβέβαιος]], [[αμφίβολος]], [[ασαφής]]<br /><b>4.</b> [[δραπέτης]], [[λιποτάκτης]]<br /><b>5.</b> [[ανεξιχνίαστος]], [[ακατάληπτος]]<br /><b>6.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>ἀφανές</i><br />[[αβεβαιότητα]], [[αμφιβολία]], [[ασάφεια]]<br /><b>7.</b> <b>φρ.</b> α) «[[ἀφανής]] [[θεός]]» — η [[Περσεφόνη]]<br />β) «ἀφανὴς [[οὐσία]]» — η [[περιουσία]] την οποία μπορεί να αποκρύψει ο κάτοχός της, όπως π.χ. η χρηματική<br />γ) «ἀφανὴς [[πόλος]]» &GT;<br />ο Νότιος Πόλος<br />δ) «ἀφανὴς [[χάρις]]», [[χάρη]] που προήλθε από άγνωοτο [[πρόσωπο]]<br />ε) «ἐν ἀφανεῑ» — [[κρυφά]], [[μυστικά]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>α</i>- <b>στερ.</b> <span style="color: red;">+</span> <i>φανής</i> <span style="color: red;"><</span> <i>φαν</i>-, <i>εφάνην</i>, [[φαίνομαι]] (<b>[[πρβλ]].</b> [[αρτιφανής]], <i>αυτοφανής</i>)].
|mltxt=-ές (AM [[ἀφανής]], -ές)<br /><b>1.</b> αυτός που δεν [[είναι]] [[ορατός]], που δεν φαίνεται, ο [[αθέατος]]<br /><b>2.</b> [[άσημος]], μη [[ένδοξος]], μη φημισμένος<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> (για στρατιώτες) αυτός του οποίου το [[πτώμα]] δεν βρέθηκε [[μετά]] τη [[μάχη]]<br /><b>2.</b> [[αόρατος]], κρυμμένος, [[ακατάληπτος]], [[μυστικός]]<br /><b>3.</b> [[άγνωστος]], [[αβέβαιος]], [[αμφίβολος]], [[ασαφής]]<br /><b>4.</b> [[δραπέτης]], [[λιποτάκτης]]<br /><b>5.</b> [[ανεξιχνίαστος]], [[ακατάληπτος]]<br /><b>6.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>ἀφανές</i><br />[[αβεβαιότητα]], [[αμφιβολία]], [[ασάφεια]]<br /><b>7.</b> <b>φρ.</b> α) «[[ἀφανής]] [[θεός]]» — η [[Περσεφόνη]]<br />β) «ἀφανὴς [[οὐσία]]» — η [[περιουσία]] την οποία μπορεί να αποκρύψει ο κάτοχός της, όπως π.χ. η χρηματική<br />γ) «ἀφανὴς [[πόλος]]» &GT;<br />ο Νότιος Πόλος<br />δ) «ἀφανὴς [[χάρις]]», [[χάρη]] που προήλθε από άγνωοτο [[πρόσωπο]]<br />ε) «ἐν ἀφανεῑ» — [[κρυφά]], [[μυστικά]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>α</i>- <b>στερ.</b> <span style="color: red;">+</span> <i>φανής</i> <span style="color: red;"><</span> <i>φαν</i>-, <i>εφάνην</i>, [[φαίνομαι]] (<b>[[πρβλ]].</b> [[αρτιφανής]], <i>αυτοφανής</i>)].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἀφᾰνής:''' -ές ([[φαίνομαι]])·<br /><b class="num">1.</b> [[αόρατος]], [[αφανής]], [[αθέατος]], λέγεται για τον Κάτω Κόσμο, σε Αισχύλ.· [[χάσμα]] ἀφανές, [[χάσμα]] που δεν φαίνεται, σε Ηρόδ.· ἡ ἀφανὴς [[θεός]], λέγεται για την [[Περσεφόνη]], σε Σοφ.<br /><b class="num">2.</b> <i>ἀφᾰνὴς [[γίγνεσθαι]] = ἀφανίζεσθαι</i>, εξαφανίζομαι, είμαι [[χαμένος]], σε Ηρόδ., Ευρ.· λέγεται για στρατιώτες που χάνονται [[μετά]] τη [[μάχη]], σε Θουκ.· πρβλ. [[ἀφανίζω]].<br /><b class="num">3.</b> [[αφανής]], [[απαρατήρητος]], [[μυστικός]], σε Σόλωνα, Θουκ.· με μτχ., [[ἀφανής]] εἰμι ποιῶν τι, κάνω [[κάτι]] [[χωρίς]] να [[γίνομαι]] [[αντιληπτός]], σε Ξεν.<br /><b class="num">4.</b> [[άγνωστος]], [[αβέβαιος]], [[άσημος]], [[κρυφός]], σε Ηρόδ., Αττ.· λέγεται για μελλοντικά γεγονότα, <i>τὸ ἀφανές</i>, [[αβεβαιότητα]], σε Ηρόδ.· επίρρ. [[ἀφανῶς]], σε Θουκ.· ομοίως, <i>ἐκ τοῦ ἀφανοῦς</i>, ως επίρρ., στον ίδ.· και ουδ. πληθ. <i>ἀφανῆ</i>, σε Ευρ.<br /><b class="num">5.</b> λέγεται για πρόσωπα, [[απαρατήρητος]], [[άσημος]], στον ίδ., Θουκ.<br /><b class="num">6.</b> ἀφανὴς [[οὐσία]], κινητή [[περιουσία]], όπως τα χρήματα που μπορεί [[κάποιος]] να μην τα εμφανίζει, αντίθ. προς το <i>[[φανερά]]</i> (ακίνητη), όπως η γη, σε Ρήτ.
}}
}}