ἐκφθίνω: Difference between revisions

4
(11)
(4)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἐκφθίνω]] (Α)<br /><b>1.</b> καταστρέφομαι εντελώς, εξαφανίζομαι<br /><b>2.</b> (για πράγματα) αναλίσκομαι, ξοδεύομαι εντελώς.
|mltxt=[[ἐκφθίνω]] (Α)<br /><b>1.</b> καταστρέφομαι εντελώς, εξαφανίζομαι<br /><b>2.</b> (για πράγματα) αναλίσκομαι, ξοδεύομαι εντελώς.
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἐκφθίνω:''' [ῐ], σε γʹ ενικ. Παθ. υπερσ., ἐξέφθῐτο [[οἶνος]] [[νηῶν]], όλο το [[κρασί]] είχε καταναλωθεί έξω από τα καράβια, είχε εξαφανιστεί από τα καράβια, σε Ομήρ. Οδ.· γʹ πληθ. Παθ. παρακ. [[ἐξέφθινται]], έχουν ολοκληρωτικά αφανιστεί, εντελώς καταστραφεί, σε Αισχύλ.
}}
}}