ἐξόριστος: Difference between revisions

4
(12)
(4)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=-η, -ο (AM [[ἐξόριστος]], -ον) [[εξορίζω]]<br />αυτός που ζει σε [[εξορία]], εξορισμένος<br /><b>αρχ.</b><br />(για κακούργο) αυτός του οποίου πέταξαν το [[πτώμα]] έξω από τα [[σύνορα]] της πατρίδας.
|mltxt=-η, -ο (AM [[ἐξόριστος]], -ον) [[εξορίζω]]<br />αυτός που ζει σε [[εξορία]], εξορισμένος<br /><b>αρχ.</b><br />(για κακούργο) αυτός του οποίου πέταξαν το [[πτώμα]] έξω από τα [[σύνορα]] της πατρίδας.
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἐξόριστος:''' -ον ([[ἐξορίζω]]), [[εξόριστος]], εξορισμένος, σε Δημ.
}}
}}