οἰωνόθροος: Difference between revisions

5
(Bailly1_4)
(5)
Line 15: Line 15:
{{bailly
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />qui retentit du chant des oiseaux.<br />'''Étymologie:''' [[οἰωνός]], [[θρέω]].
|btext=ος, ον :<br />qui retentit du chant des oiseaux.<br />'''Étymologie:''' [[οἰωνός]], [[θρέω]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''οἰωνόθροος:''' -ον, αυτός που ανήκει στην [[κραυγή]] των πουλιών, οἰωνοθρόος [[γόος]], θρηνητική [[κραυγή]] των πουλιών, σε Αισχύλ.
}}
}}