πακτός: Difference between revisions

From LSJ

τά γε μὰν λίνα πάντα λελοίπει ἐκ Μοιρᾶν → but all the thread granted him by the Fates had run out

Source
(30)
 
(5)
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[πακτός]], ὁ (Α)<br />(<b>δωρ. τ.</b>) <b>βλ.</b> [[πηκτός]].
|mltxt=[[πακτός]], ὁ (Α)<br />(<b>δωρ. τ.</b>) <b>βλ.</b> [[πηκτός]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''πακτός:''' Δωρ. αντί [[πηκτός]].
}}
}}

Revision as of 00:48, 31 December 2018

Greek Monolingual

πακτός, ὁ (Α)
(δωρ. τ.) βλ. πηκτός.

Greek Monotonic

πακτός: Δωρ. αντί πηκτός.