Anonymous

περιπορεύομαι: Difference between revisions

From LSJ
5
(32)
(5)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=Α<br /><b>1.</b> [[πορεύομαι]], [[ταξιδεύω]] [[γύρω]] από έναν [[τόπο]]<br /><b>2.</b> (για [[ουράνιο]] [[σώμα]]) περιστρέφομαι («ὁ [[ἥλιος]] περιπορεύεται τὸν ζῳδιακὸν κύκλον», Γέμιν.)<br /><b>3.</b> [[περπατώ]], [[βαδίζω]] [[γύρω]] από έναν [[τόπο]]<br /><b>4.</b> (με αιτ. του τόπου) [[περιέρχομαι]] («περιπορευόμενοι τὴν πόλιν», <b>Πολ.</b>).
|mltxt=Α<br /><b>1.</b> [[πορεύομαι]], [[ταξιδεύω]] [[γύρω]] από έναν [[τόπο]]<br /><b>2.</b> (για [[ουράνιο]] [[σώμα]]) περιστρέφομαι («ὁ [[ἥλιος]] περιπορεύεται τὸν ζῳδιακὸν κύκλον», Γέμιν.)<br /><b>3.</b> [[περπατώ]], [[βαδίζω]] [[γύρω]] από έναν [[τόπο]]<br /><b>4.</b> (με αιτ. του τόπου) [[περιέρχομαι]] («περιπορευόμενοι τὴν πόλιν», <b>Πολ.</b>).
}}
{{lsm
|lsmtext='''περιπορεύομαι:''' μέλ. <i>-σομαι</i>, αποθ., [[ταξιδεύω]] ή [[περιοδεύω]] σ' ένα [[μέρος]], με αιτ., σε Πολύβ.
}}
}}