ἄγη: Difference between revisions

546 bytes added ,  31 December 2018
1
(2)
(1)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἄγη:''' Δωρ. ἄγᾱ[ᾰγ], <i>ἡ</i>, ([[ἄγαμαι]]),<br /><b class="num">I.</b> [[έκπληξη]], [[θαυμασμός]], σε Όμηρ.<br /><b class="num">II.</b> ζήλια, [[φθόνος]], [[κακία]], σε Ηρόδ.· λέγεται και σχετικά με τους θεούς, [[ζηλοτυπία]], σε Αισχύλ.<br /><b class="num">• [[ἄγη]]:</b> Επικ. αντί <i>ἐάγη</i>, γʹ ενικ. Παθ. αορ. βʹ του [[ἄγνυμι]].
|lsmtext='''ἄγη:''' Δωρ. ἄγᾱ[ᾰγ], <i>ἡ</i>, ([[ἄγαμαι]]),<br /><b class="num">I.</b> [[έκπληξη]], [[θαυμασμός]], σε Όμηρ.<br /><b class="num">II.</b> ζήλια, [[φθόνος]], [[κακία]], σε Ηρόδ.· λέγεται και σχετικά με τους θεούς, [[ζηλοτυπία]], σε Αισχύλ.<br /><b class="num">• [[ἄγη]]:</b> Επικ. αντί <i>ἐάγη</i>, γʹ ενικ. Παθ. αορ. βʹ του [[ἄγνυμι]].
}}
{{elru
|elrutext='''ἄγη:''' <b class="num">I</b> дор. ἄγᾱ (ᾰγ) ἡ<br /><b class="num">1)</b> удивление, изумление: ἄ. μ᾽ [[ἔχει]] Hom. я поражен;<br /><b class="num">2)</b> недоброжелательство, ненависть; φθόνῳ καὶ ἄγῃ [[χρεώμενος]] Her. движимый завистью и злобой; ἀ. [[θεόθεν]] Aesch. небесный гнев.<br /><b class="num">II</b> (= ἐάγη) эп. 3 л. sing. aor. 2 pass. к [[ἄγνυμι]].
}}
}}