ὀκτάκλινος: Difference between revisions

From LSJ

Μή μοι γένοιθ', ἃ βούλομ', ἀλλ' ἃ συμφέρει → Ne sit mihi, quod cupio, sed quod expedit → nicht was ich will, geschehe mir, doch was mir nützt

Menander, Monostichoi, 366
(6_18)
 
(3b)
Line 1: Line 1:
{{ls
{{ls
|lstext='''ὀκτάκλῑνος''': -ον, ὁ περιλαμβάνων ἢ χωρῶν ὀκτὼ κλίνας, [[τόπος]] Ἀριστ. π. Θαυμασ. 1.
|lstext='''ὀκτάκλῑνος''': -ον, ὁ περιλαμβάνων ἢ χωρῶν ὀκτὼ κλίνας, [[τόπος]] Ἀριστ. π. Θαυμασ. 1.
}}
{{elru
|elrutext='''ὀκτάκλῑνος:''' могущий вместить восемь застольных лож ([[τόπος]] Arst.).
}}
}}

Revision as of 07:24, 31 December 2018

Greek (Liddell-Scott)

ὀκτάκλῑνος: -ον, ὁ περιλαμβάνων ἢ χωρῶν ὀκτὼ κλίνας, τόπος Ἀριστ. π. Θαυμασ. 1.

Russian (Dvoretsky)

ὀκτάκλῑνος: могущий вместить восемь застольных лож (τόπος Arst.).