ἐρυκανάω: Difference between revisions

2
(4)
(2)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἐρῡκᾰνάω:''' [[περιορίζω]], [[εμποδίζω]], [[συγκρατώ]], Επικ. μτχ. θηλ. <i>ἐρυκανόωσ'</i>, σε Ομήρ. Οδ.· παρατ. <i>ἐρύκανε</i> (από το [[ἐρυκάνω]]), στο ίδ.
|lsmtext='''ἐρῡκᾰνάω:''' [[περιορίζω]], [[εμποδίζω]], [[συγκρατώ]], Επικ. μτχ. θηλ. <i>ἐρυκανόωσ'</i>, σε Ομήρ. Οδ.· παρατ. <i>ἐρύκανε</i> (από το [[ἐρυκάνω]]), στο ίδ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἐρῡκᾰνάω:''' (только 3 л. pl. praes. ἐρυκανόωσι) Hom. = [[ἐρύκω]].
}}
}}