πηκτίς: Difference between revisions

3b
(6)
(3b)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''πηκτίς:''' Αιολ. και Δωρ. [[πακτίς]], -[[ίδος]], ἡ,<br /><b class="num">I.</b> αρχαία [[άρπα]] που χρησιμοποιήθηκε από τους Λυδούς, σε Ηρόδ. κ.λπ.<br /><b class="num">II.</b> είδος ποιμενικού αυλού, από [[πολλά]] καλάμια ενωμένα μαζί, όπως ο [[αυλός]] του Πάνα ([[σῦριγξ]]), σε Ανθ.
|lsmtext='''πηκτίς:''' Αιολ. και Δωρ. [[πακτίς]], -[[ίδος]], ἡ,<br /><b class="num">I.</b> αρχαία [[άρπα]] που χρησιμοποιήθηκε από τους Λυδούς, σε Ηρόδ. κ.λπ.<br /><b class="num">II.</b> είδος ποιμενικού αυλού, από [[πολλά]] καλάμια ενωμένα μαζί, όπως ο [[αυλός]] του Πάνα ([[σῦριγξ]]), σε Ανθ.
}}
{{elru
|elrutext='''πηκτίς:''' дор. [[πακτίς]], ίδος (ῐδ) ἠ (тж. [[μάγαδις]])<br /><b class="num">1)</b> пектида (лидийская двадцатиструнная арфа) Her., [[Sappho]], Theocr., Arph.;<br /><b class="num">2)</b> лира Luc.;<br /><b class="num">3)</b> многоствольная цевница (πηκτίδα ἐπὶ χείλεσι σύρειν Anth.).
}}
}}