ὑψίπυλος: Difference between revisions

4b
(6)
(4b)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ὑψίπῠλος:''' -ον ([[πύλη]]), αυτός που έχει ψηλές πύλες, σε Ομήρ. Ιλ., Ευρ.
|lsmtext='''ὑψίπῠλος:''' -ον ([[πύλη]]), αυτός που έχει ψηλές πύλες, σε Ομήρ. Ιλ., Ευρ.
}}
{{elru
|elrutext='''ὑψίπῠλος:''' высоковратный ([[Θήβη]], [[Τροίη]] Hom.; δόμοι Eur.).
}}
}}