δυσάνολβος: Difference between revisions

2
(9)
(2)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[δυσάνολβος]], -ον (Α)<br />πολύ δυστυχισμένος.
|mltxt=[[δυσάνολβος]], -ον (Α)<br />πολύ δυστυχισμένος.
}}
{{elru
|elrutext='''δυσάνολβος:''' крайне несчастный Emped.
}}
}}