στρογγύλλω: Difference between revisions

4
(6)
(4)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''στρογγύλλω:''' μέλ. <i>-ῠλῶ</i>, [[συστρέφω]], [[περιστρέφω]], περιδινίζω, [[κλώθω]], σε Ανθ.
|lsmtext='''στρογγύλλω:''' μέλ. <i>-ῠλῶ</i>, [[συστρέφω]], [[περιστρέφω]], περιδινίζω, [[κλώθω]], σε Ανθ.
}}
{{elru
|elrutext='''στρογγύλλω:''' крутить, вращать (κρόκην Anth.).
}}
}}