Anonymous

καρχαρόδους: Difference between revisions

From LSJ
nl
(5)
(nl)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''καρχᾰρόδους:''' ὁ, ἡ, -ουν, τό, αυτός που έχει κοφτερά δόντια, λέγεται για τα σκυλιά, σε Ομήρ. Ιλ.· αποδιδόμενο στον Κλέωνα από τον Αριστοφ.
|lsmtext='''καρχᾰρόδους:''' ὁ, ἡ, -ουν, τό, αυτός που έχει κοφτερά δόντια, λέγεται για τα σκυλιά, σε Ομήρ. Ιλ.· αποδιδόμενο στον Κλέωνα από τον Αριστοφ.
}}
{{elnl
|elnltext=καρχαρόδους -όδοντος [κάρχαρος, ὀδούς] met scherpe tanden.
}}
}}