σκύταλον: Difference between revisions

nl
(6)
(nl)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''σκύτᾱλον:''' [ῠ], τό = [[σκυτάλη]] I, σε Πίνδ., Ηρόδ., Ξεν.
|lsmtext='''σκύτᾱλον:''' [ῠ], τό = [[σκυτάλη]] I, σε Πίνδ., Ηρόδ., Ξεν.
}}
{{elnl
|elnltext=σκύταλον -ου, τό [~ σκυταλή] knuppel, knots, stok.
}}
}}