ἑλκτός: Difference between revisions

2
(11)
(2)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἑλκτός]], -ή, -όν (Α)<br />αυτός που μπορεί να ελκυσθεί.
|mltxt=[[ἑλκτός]], -ή, -όν (Α)<br />αυτός που μπορεί να ελκυσθεί.
}}
{{elru
|elrutext='''ἑλκτός:''' [adj. verb. к [[ἕλκω]] растяжимый (τὸ [[νεῦρον]] Arst.).
}}
}}